Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2021

ΟΛΥΜΠΙΑΚΑ ΑΘΛΗΜΑΤΑ

  

ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ  ΑΓΩΝΕΣ  ΑΠΟ ΤΗΝ  ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΑ ΩΣ  ΣΗΜΕΡΟΝ

 

 

 

 

   ΟΛΥΜΠΙΑΚΑ ΑΘΛΗΜΑΤΑ

 

 

Ο ΔΡΟΜΟΣ

Είναι ίσως το αρχαιότερο αγώνισμα   που  οφείλεται  σύμφωνα με την μυθολογία   στον Ιδαίο Ηρακλή και στους Δακτύλους, μορφές που ανήκουν στους θρύλους της κοσμογονίας , στον Ενδυμίωνα και στους γιούς του, στους μνηστήρες της Αταλάντης,   Η ασάφεια του πρώτου ιδρυτή των αγώνων φανερώνει την πανάρχαια προέλευση τους.

 Πάντως  σ’ όλη την αρχαιότητα η σημασία του δρόμου ήτο εξαιρετική. Το αγώνισμα αυτό ήτο απλό και εύκολη η διάκριση του νικητή αλλά και η σειρά επιτυχίας των άλλων αγωνιζομένων , γεγονός που  γεννά αβίαστα την άμιλλα μεταξύ τους . Ο Ξενοφάνης ο ιδρυτής της Ελεατικής φιλοσοφικής σχολής θεωρεί   την ταχύτητα σαν το προσόν του ανθρώπου που τιμάται περισσότερο, διότι αυτή είναι σύμφυτη με την γενική ροή που συμβαίνει στο σύμπαν, όπου τα πάντα κινούνται σε κάποια τροχιά. Ο Αχιλλεύς καλείται από τον Ομηρο «οκύπους», δηλαδή γρήγορος στα πόδια, ενώ η επιγραφή της Γόρτυνος χωρίζει τους  πολίτες  σε «απόδρομους»  και  «δρομείς» Δεν είναι λοιπόν διόλου παράξενο ότι οι αρχαίοι πρόγονοι μας θεωρούσαν τους θεούς και τους ήρωες των  ταχείς στο δρόμο.

Οι δρομείς έτρεχαν πάντοτε με γυμνά πόδια(γυμνόποδες). Κι’ αν στην αρχή επιλέγονταν φυσικοί αθλητές , όπως κυνηγοί, βοσκοί  κ. α πολύ σύντομα καθιέρωσαν κανόνες  και τεχνική προετοιμασίας των αθλητών , καθώς και  κανόνες  διεξαγωγής του αθλήματος. Οι αγώνες ήσαν εσκεμμένη πράξη και όχι μια τυχαία ενέργεια χάριν παιδιάς, όπως συνέβη με άλλους λαούς που εκτελούσαν παιχνίδια.

Το αγώνισμα του  δρόμου διεξήγετο σε ένα ανοιχτό χώρο μήκους 600 ποδών, το λεγόμενον στάδιον, εξ ού και η ονομασία του χώρου. Πολύ σύντομα όμως διευθετήθηκαν και οι ένθεν και ένθεν χώροι για την παρακολούθηση των αγώνων από τους θεατές. Ετσι το στάδιον της Ολυμπίας τον 4 ον π. Χ αιώνα ήτο χωρητικότητος 45.000 θεατών, καταπληκτικό επίτευγμα για εκείνη την εποχή. Τότε δεν υπήρχαν θέσεις-ειμή μόνον για τους εφόρους-και οι θεατές εκάθοντο κατά γης. Πιθανόν κάθε δρομέας να είχε δύο  διαδρόμους , ώστε να είναι δυνατή η επιστροφή του. Η συμμετοχή των αθλητών στους προκριματικούς ήτο κι’ αυτή τιμή και η πρωτιά σ’ αυτούς αναφέρετο σαν νίκη.

 

Τα είδη των Δρόμων

1/ Στάδιον

Το  στάδιον ήτο δρόμος ταχύτητος. Οι δρομείς έκαναν   απλή διαδρομή του στίβου.  Αυτοί  απεικονίζονται με τα χέρια τεντωμένα  στο ύψος της κεφαλής, τις παλάμες ανοιχτές , το σώμα ελαφρώς κεκλιμένο προς τα μπρος και τα πόδια ανοιχτά σε μεγάλο διασκελισμό. Αν παρακολουθήσατε τον Κεντέρη στην κούρσα του στους Ολυμπιακούς και Πανευρωπαικούς αγώνες , θα έχετε μια αρίστη εντύπωση και των αρχαίων αθλητών του δρόμου.

2/ Δίαυλος

Ητο κι’ αυτός δρόμος ταχύτητος μήκους 1200 ποδών(355-385 μ.) Η εκκίνηση τους γινόταν από την βαλβίδα τερματισμού , διότι στο τέρμα του σταδίου(των 600 ποδών) έστρεφαν προς τα πίσω.

3/ Ιππιος

Δρόμος ημιαντοχής, που διεξαγόταν στα Νέμεα, Ισθμια και Παναθήναια , όχι όμως και στα Ολύμπια. Η διαδρομή του ήτο 4 στάδια (710-740 μ) , όσο και η απόσταση των ιππικών αγώνων, εξ ού και το όνομα του.

4/ Δόλιχος

Δρόμος αντοχής , ο μακρύτερος από όλους και διεξήχθη κατά το πρώτον στην 15 η Ολυμπιάδα (720 π. Χ) με πρώτο νικητή τον  Λάκωνα Ακανθο. Ο δόλιχος απαιτούσε διαφορετική διάπλαση σώματος από αυτούς των δρομέων ταχύτητος.

5/ Οπλίτης

Ητο αγών δρόμου μεταξύ αθλητών που έφεραν χάλκινη αμυντική πανοπλία και εισήχθη το πρώτον στην 65 η  Ολυμπιάδα (520 π. Χ) εις ανάμνησιν  των Περσικών αγώνων. Επομένως, ο δρόμος αυτός θεωρείται επικήδιος προς τιμήν των νεκρών των Περσικών πολέμων(Μαραθών , Πλαταιές). Είναι η μόνη μορφή δρόμου που δέχεται ο Πλάτων στους Νόμους του για την άσκηση των νέων της ιδεατής Πολιτείας με αποκλειστικό σκοπό την εκπαίδευση τους  προς πόλεμο. Η διαδρομή ήτο 4 στάδια και οι δρομείς φορούσαν κράνος, κνημίδες και ασπίδα. Αργότερα κατηργήθη το κράνος και οι κνημίδες και έμεινε η ξύλινη ασπίδα με χάλκινη επένδυση. Στην Ολυμπία υπήρχαν 25 χάλκινες ασπίδες προς χρήση των οπλιτοδρόμων

.

Επιδόσεις Αθλητών

 

Δεν γνωρίζουμε τις επιδόσεις των αθλητών, καθόσον δεν υπήρχαν όργανα μετρήσεως. Οι αρχαίοι δεν είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον  για την επίδοση. Τους αρκούσε  να γνωρίζουν  ποιός ήτο πρώτος, ο νικητής.  Αυτός φορούσε το στεφάνι της ελιάς, ανεξαρτήτως της επιδόσεως του. Όμως γνωρίζουμε ορισμένες πρωτοφανείς επιδόσεις όπως ο Αγέας ο δολιχοδρόμος  από το Αργος, ο οποίος έλαβε μέρος το πρωί στον δόλιχο και νίκησε στην 113 η Ολυμπιάδα (328 π. Χ)  και τρέχοντας έφθασε στο Αργος το βράδυ της ίδιας ημέρας, ήτοι απόσταση 110 χλμ. και μάλιστα επι ανωμάλου εδάφους . Ο ημεροδρόμος  Φειδιππίδης(ο γνωστός από το «νενικήκαμεν» που είπε μετά την μάχη του Μαραθώνα και έπεσε νεκρός) μέσα σε  2  ημέρες έφθασε από την Αθήνα. στην Σπάρτη για να ζητήσει βοήθεια  για τον πόλεμο κατά των Περσών. Την ίδια απόσταση κάλυψαν σε 3 ημέρες οι 2.000 Σπαρτιάτες οπλίτες με  τον οπλισμό τους. Εξ άλλου ο Λουκιανός αναφέρει στον «Τίμωνα» «μόλις έπεσε  η ύσπληξ είχα κι’ όλας ανακηρυχθεί νικητής, γιατί θαρρείς μ’ ένα πήδημα έτρεξα το στάδιο, αφού ούτε να με δούν πρόλαβαν αρκετοί από τους θεατές» Αλλά και ο Ευτυχίδας έφυγε από τις Πλαταιές για να φέρει το «καθαρόν πυρ» από τους Δελφούς και γύρισε την ίδια ημέρα πριν δύσει ο ήλιος,  διανύσας μια απόσταση 180 χλμ σε λιγότερο από μία  ημέρα. Για τον Πολυμήστορα  από την Μίλητο, νικητή των παίδων στην 46 η Ολυμπιάδα, λέγεται ότι βόσκοντας  τα γίδια του  κυνήγησε λαγό και τον έπιασε τρέχοντας.

 

ΛΙΘΟΣ

 

Το αγώνισμα της ρίψης του λίθου είναι πανάρχαια όσο και οι άνθρωποι σ’ αυτήν την πετρώδη χώρα. Σε κάθε του βήμα ο άνθρωπος ήτο αντιμέτωπος με τους λίθους είτε σαν οικοδομικό υλικό, για την κατασκευή ναών, βωμών, γυμναστηρίων, παλαιστρών, θεάτρων , οικιών κ. α, είτε σαν φονικά όπλα εναντίον αγρίων ζώων, και των εχθρικά διακείμενων ανθρώπων, είτε τέλος για την εκχέρσωση της γης και την απαλλαγή απο τους λίθους για να γίνει εύφορη και   καρποφόρα . Η ρίζα “ΛΑ” της  λέξεως ΕΛΛΑΣ σημαίνει   λίθος, ενώ το “Ε” σημαίνει το Φως. Αρα η λέξη  ΕΛΛΑΣ  είναι σύνθετη και σημαίνει την πετρώδη χώρα του φωτός  .

 

Ο Μυθος της  Ρίψης  του Λίθου

 

Το αγώνισμα λοιπόν του λίθου σύμφωνα με τον μύθο , καθιερώθηκε απο τον Ηρακλή. Ο Ηρακλής επιστρέφων με τα βόδια του Γηρυόνη εύρε στον Ισθμό της Κορίνθου τον δεύτερο Αλκυονέα να φυλάει το στενόν και να φονεύει τους διαβαίνοντες αυτόν. Οταν περνούσε ο Ηρακλής έρριξε λίθον προς αυτόν και κατέστρεψε δώδεκα άμαξες και εφόνευσε  24 ανθρώπους. Μεταξύ των βοδιών εφόνευσε και μερικά βόδια του Ηρακλή. Εν συνεχεία ξαναρρίχνει τον λίθο κατά του Ηρακλή, αλλά αυτός αποκρούει τον λίθο με το Ρόπαλο(ρακέτα).  Μετά από αυτό ποιος είδε τον Ηρακλή και δεν τον φοβήθηκε. Επιτίθεται κατά του Αλκυονέα και με ένα τεράστιο λίθο  τον φονεύει.  Από την περιγραφή αυτή διαπιστώνουμε ότι το αγώνισμα του Τένις και Πιγκ-Πονγκ έχει την αρχή του εκ της αρχαίας Ελλάδος  . Ο λίθος του Αλκυονέως εχρησιμοποιείτο και ως λίθος και ως ρόπαλον και εσώζετο επι πολύ καιρό στον Ισθμόν ως ενθύμιον (Θησεύς & Θεόδωρ. Παρ’.Νατάλ. Ζ’.  α’. 648. Πίνδαρ. Νεμ. Δ’, 43. & Σχόλ.)  Τότε γεννήθηκε η ιδέα της λιθοβολίας αλλά και του μετέπειτα εξελιγμένου αγωνίσματος του τέννις και του πίγκ-πόνγκ.  Εξ άλλου και η ετυμολογία της λέξεως ΛΙΘΟ-ΒΟΛΙΑ μαρτυρεί πολεμική ρίψη λίθου(βολή) και όχι χάριν παιδιάς όπως κατήντησε μεταγενέστερα.

 

            ΤΟ  ΑΛΜΑ

 

Το άλμα , όπως και ο δρόμος , ήτο από τα απλούστερα αθλήματα και γεννήθηκε αβίαστα και φυσικά από την ανάγκη του ανθρώπου να υπερπηδήσει  τα φυσικά εμπόδια. Ο Ομηρος το αναφέρει στην Οδύσσεια , στους αγώνες των Φαιάκων , οι οποίοι ήσαν δεινοί στο δρόμο και στα άλματα, αλλά και στους αγώνες των Αργοναυτών στην Λήμνο , όπου νικητές αναδείχθησαν ο Ζήτης και ο Κάλαις. Στα κλασσικά χρόνια το άλμα εις μήκος είναι αγώνισμα του πεντάθλου, αλλά και ανεξάρτητο αγώνισμα όπως αναφέρει μια αναθηματική επιγραφή του Επαίνετου από την Ελευσίνα.

Οι Αλτήρες

Να σημειωθεί ότι οι άλτες χρησιμοποιούσαν δύο λίθινα ή μολυβένια βάρη στα χέρια για να βελτιώνουν την επίδοση τους και πηδούσαν με τη συνοδεία μουσικής από αυλό, τα οποία τους προσέφεραν αρμονία και ρυθμό. Το βάρος των αλτήρων ήτο από 1,610-2,018  κιλά και  σπανίως και έως 4,629 κιλά. Υπήρχαν βασικά δύο είδη αλτήρων, ήτοι  οι μακροί και οι σφαιροειδείς και είχαν μια κοιλότητα για να τους κρατούν οι άλτες. Η χρήση τους δεν ήτο υποχρεωτική , πλην όμως τους χρησιμοποιούσαν για σταθερότητα

            Το «σκάμα» όπου διεξήγετο το αγώνισμα είχε μήκος 50 πόδια και ήτο γεμάτο με μαλακό χώμα, κατά προτίμηση άμμο   θαλάσσης. Στο εμπρόσθιο μέρος του σκάματος υπήρχε ο «βατήρ», όπου πατούσαν πριν πηδήσουν οι αθλητές. Το μήκος του άλματος από τον βατήρα ως το σημείο όπου πατούσαν τα πόδια, το μετρούσαν με τον «κανόνα» ο οποίος ήτο ένα ξύλινο κοντάρι. Όμως μερικοί υπεραθλητές ξεπερνούσαν το σκάμα, όπως ο θρυλικό Φάυλος, και έμεινε παροιμιακή η φράση με μεταφορική  βέβαια σημασία «υπέρ τα εσκαμμένα άλλεσθαι», δηλαδή ξεπέρασε το μέτρον.

            Οι άλτες έπαιρναν φόρα πριν πηδήσουν, όπως μας πληροφορούν οι αγγειογραφίες. Ο άλτης την στιγμή της εκτινάξεως κινούσε  τους αλτήρες αρχικά εμπρός και μόλις έφθανε στο υψηλότερο σημείο βρισκόταν διπλωμένος με τα πόδια και τα χέρια  παράλληλα. Μόλις όμως το σώμα του άρχιζε να πέφτει  κατέβαζε με δύναμη τα χέρια προς τα  πίσω και χρησιμοποιούσε τους αλτήρες σαν αντιστήριγμα για να πάει μπροστά. Πριν όμως προσγειωθεί τίναζε τους αλτήρες προς τα πίσω για να κερδίσει ώθηση.

            Δεν είναι γνωστόν τι άλμα πηδούσαν οι αρχαίοι πενταθλητές και πολλά έχουν γραφεί περί τούτου.  Το επίγραμμα που αναφέρει την επίδοση του Φαύλου «πέντε επί πεντήκοντα» (16,31 μ) στο άλμα , αλλά και του Χιόνη του Λακεδαιμόνιου που πήδησε 52 πόδια(16,28 μ.) ξενίζουν τους σημερινούς μελετητές , διότι θεωρούν αυτές τις επιδόσεις αδύνατες για   άλμα  απλούν και υποθέτουν ότι θα ήτο τριπλούν. Όμως ο Φιλόστρατος ουδαμού αναφέρει δύο είδη αλμάτων, αλλά και δεν υπάρχει λέξη Ελληνική που να δηλώνει το άλμα τριπλούν,  αλλά και  οι αλτήρες δύσκολα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στο τριπλούν.  Επομένως, το πιθανότερον ήτο άλμα απλούν .

            Αλμα επι Κοντώ

 

            Υπάρχουν μαρτυρίες και για ένα άλλο τύπο άλματος που μοιάζει με το  σύγχρονο άλμα επί κοντώ. Ητο ένα άλμα επι κοντώ πάνω σε άλογα. Μάλιστα υπάρχουν και παραστάσεις σε αγγεία (Εθνική Βιβλιοθήκη ,Παρίσι) που δείχνουν τους αθλητές επί κοντώ έτοιμους για το  αγώνισμα ενώπιον θεατών. Η λέξη επι του αμφορέως «καλώς τω κιβηστητώ» που δίδεται σαν έπαθλο στον νικητή του εν λόγω αγωνίσματος , μας φέρνει χιλιετίες πίσω, στο αγώνισμα της κίβηστης των Μινωιτών και Μυκηναίων που πηδούσαν πάνω από ταύρους.

 

ΔΊΣΚΟΣ

 

Η δισκοβολία γεννήθηκε από την ανάγκη του βοσκού να ρίξει μια πλάκα προς το κοπάδι  του για να το εμποδίσει να μπει σε απηγορευμένο  μέρος, αλλά και για να προφυλαχθεί από επίθεση  αγρίου ζώου της εποχής εκείνης (λιοντάρια, λύκοι, τσακάλια, αρκούδες κ. α) Επειδή ο γράφων έχει ζήσει τα παιδικά του χρόνια πριν από τον Β! Π.Π, σε χωριό της Μεσσηνίας γνωρίζει εκ πείρας ότι η ρίψη πλακών συνηθίζετο ευρέως  στο παρελθόν, όπως και ο πετροπόλεμος. 

Ο Ομηρος αναφέρει τη δισκοβολία στους αγώνες του Αχιλλέως προς τιμήν του Πατρόκλου. Ο Απόλλων είχε σκοτώσει με το δίσκο κατά λάθος το φίλο του Υάκινθο, όταν η πνοή του Ζεφύρου άλλαξε την πορεία του δίσκου. Αλλά και ο Περσεύς σκότωσε άθελα του  με το δίσκο τον παππού του Ακρίσιο, σε δεκάδες χιλιάδες  χρόνια Π. Ε. Επίσης και ο Οξυλος, γεννάρχης της Ηλιδας, λέγεται ότι κι’ αυτός άθελα του σκότωσε με το δίσκο τον αδελφό του Θέρμιο και ένεκα τούτου εγκατέλειψε την πατρίδα του.

Η δισκοβολία απαιτεί ρυθμό, ακρίβεια και δύναμη , γι’ αυτό την αγαπούσαν ιδιαίτερα οι Ελληνες και  την ενέταξαν στα αγωνίσματα του  πεντάθλου. Οι δίσκοι αρχικά ήσαν λίθινοι και αργότερα από χαλκό , σίδηρο και μολύβι. Ο Ομηρος ονομάζει το δίσκο «σόλο». Την εποχή εκείνη τον έρριχναν δεμένο με λουρί και τον στριφογύριζαν, όπως ρίχνουμε σήμερα τη σφύρα. Είχαν διάμετρο από 17 έως 32 εκατ. του μέτρου και βάρος που εποίκιλε από πόλη σε πόλη. Οι Ελληνες φιλοκαλούσαν και  συνήθιζαν στους αρχαίους δίσκους να χαράσσουν επάνω διάφορες παραστάσεις αθλητών, ή διακοσμήσεις (όπως δελφίνια, πουλιά κ.α ) , είτε τέλος επιγραφές και ωδές. Σώζεται μάλιστα ένας δίσκος με ένα εύθυμο τραγούδι του Ανακρέωντα. Κατά τον Παυσανία και   Πλούταρχο, σε άλλο δίσκο είχε γραφεί η Συνθήκη της Εκεχειρίας στην αρχαία Ολυμπία.

Καίτοι έχουν εγερθεί πολλές αντικρουόμενες απόψεις για τον ρυθμό της αρχαίας δισκοβολίας, το θετικό είναι ότι  η ελεύθερη δισκοβολία  γινόταν  όπως περίπου και σήμερα. Χαρακτηριστικό είναι το αριστούργημα  του δισκοβόλου του Μύρωνος, που βρίσκεται στο Μουσείο της Ρώμης. Τούτο αποκαλύπτεται και από τις παραστάσεις που σώζονται σε αρχαία αγγεία και πλάκες.

 

ΑΚΟΝΤΙΟΝ

 

Το ακόντιο ήτο το άθλημα που είχε άμεση σχέση με την καθημερινή ζωή και προήλθε από την χρησιμοποίηση του ακοντίου στον πόλεμο και στο κυνήγι. Κατά τον Πίνδαρο , στους αγώνες που οργάνωσε ο Ηρακλής στην Ολυμπία, νικητής  ανεδείχθη ο Φράστωρ.  Αγώνα ακοντισμού διεξήγαγε και ο Αχιλλεύς στην Τροία προς τιμήν του Πατρόκλου. Στην Ιλιάδα αναφέρεται ότι οι στρατιώτες του Αχιλλέως διασκέδαζαν στην παραλία ρίχνοντας δίσκους, σιδηρά ακόντια και βέλη. Υπήρχαν δύο είδη ακοντισμού:

 α/ ο εκηβόλος, δηλαδή ο ακοντισμός εις μήκος και

β/  ο σκοπευτικός ακοντισμός, δηλαδή σε προκαθορισμένο σημείο.

Πιο διαδεδομένος ήτο ο εκηβόλος και ήτο ένα από τα αγώνισμα του πεντάθλου.

Τα ακόντια ήσαν περίπου σαν τα σημερινά , με εξαίρεση την «αγκύλη », ήτοι μια λουρίδα δέρματος που σχημάτιζε θηλειά και την έβαζαν στο κέντρο βάρους του ακοντίου. Μέσα στην θηλειά περνούσε ο ακοντιστής τα δύο του δάχτυλα και κατά την ρίψη απελευθέρωνε τη θηλεία, δίνοντας στο ακόντιο δύναμη και σταθερότητα.. Αλλα ακόντια είχαν  μεταλλική αιχμή  και άλλα άνευ αιχμής. Η ρίψη του ακοντίου γινόταν από την «βαλβίδα» και ο ακοντιστής έκανε μερικά βήματα ως την βαλβίδα για να πάρει φόρα πριν εκτινάξει το ακόντιο .Τούτο δε έπρεπε να πέσει σε προκαθορισμένο χώρο οριζόμενο από τρεις πλευρές, διότι αν έπεφτε εκτός θεωρείτο άκυρη η ρίψη  Ο σκοπευτικός ακοντισμός γινόταν κυρίως από εφίππους και έπρεπε καλπάζοντας να πετύχουν το στόχο τους, μια ασπίδα, εξ ού και ονομαζόταν «ασπίς» ή «αγών χαλκείος» και αποτελούσε τον κύριο αγώνα στις αθλητικές εκδηλώσεις της γιορτής των Ηραίων. Κατά την παράδοση η πρώτη ασπίδα που δόθηκε ως βραβείο ήτο η ίδια η ασπίδα του Δαναού, και ο πρώτος νικητής ήτο ο Αβας γιός του μυθικού ιδρυτή των Ηραίων Λυγκέα.

 

ΠΑΛΗ

 

Σύμφωνα με την παράδοση « Η κόρη του Ερμή Παλαίστρα πέρασε τα χρόνια της ήβης της στα δάση της Αρκαδίας, εφεύρε την πάλη και η γη όλη χαίρει για το εύρημα, επειδή τα σιδηρά πολεμικά όπλα θα πεταχθούν μακρυά απο τα χέρια των ανθρώπων και τα στάδια θα πάρουν γλυκύτερη δόξα απο τα πολεμικά στρατόπεδα, οι άνθρωποι δε θα αγωνίζονται  γυμνοί» [Το απόσπασμα τούτο δείχνει  ότι το φιλειρηνικό πνεύμα των Ελλήνων παραμένει αναλλοίωτο από αρχαιοτάτων χρόνων ως σήμερον. Τρανή απόδειξη ότι οι Ελληνες δια του αθλητισμού θέλησαν να εξημερώσουν και να εκπολιτίσουν  τον άνθρωπο .] Ο Φιλόστρατος παρουσιάζει όλη τη γη να αγάλλεται  για την εύρεση του αγωνίσματος της πάλης, ο ίδιος δε γράφει ότι το πολεμικό κατόρθωμα των Ελλήνων στο Μαραθώνα ήτο σχεδόν αγώνας πάλης. Και ότι στις Θερμοπύλες οι Σπαρτιάτες , όταν έσπασαν τα δόρατα και τα ξίφη των, έπεσαν επάνω στους εχθρούς με γυμνά χέρια χωρίς όπλα, μέχρι που έπεσαν μέχρις ενός.  Ο Πλούταρχος αποδίδει την νίκη των Λεύκτρων στην υπεροχή των Θηβαίων και των Βοιωτών στην πάλη.

            Την τέχνη της πάλης πίστευαν ότ ι την εφεύρε ο Θησέας., όταν πάλεψε και σκότωσε τον Κερκύονα . Δηλαδή ο Θησέας εκτός απο τη δύναμη που είχαν οι προηγούμενοι ,   εισήγαγε και την τεχνική της πάλης. Κατά τον φιλόσοφο Πολαίμωνα την παλαιστική την εφεύρε ο Αθηναίος παιδοτρίβης του Θησέα, Φόρβας. Ο δε ιστοριογράφος Ιστρος  δέχεται ότι η ίδια η Αθηνά δίδαξε στον Θησέα την πάλη.  Αλλά οι πρώτοι ευρετές της πάλης φέρονται ο Ερμής και ο Πηλέας που πάλαιψε με την ηρωίδα Αταλάντη στους νεκρικούς αγώνες προς τιμήν του Πηλέα. Αλλά και  ο Ηρακλής νίκησε στην πάλη τον γίγαντα Ανταίο, τον Αχελώο και τον Τρίτωνα.

            Η πάλη σαν άθλημα είναι απο τα πιό παλιά και διαδεδομένα σ’ όλο τον κόσμο. Είναι η πρώτη μορφή αγώνα πριν οι άνθρωποι εφεύρουν τα όπλα. Τον καιρό εκείνο η σωματική ρώμη ήτο  κύριο συστατικό της ανωτερότητος του ατόμου. Η πρώτη λεπτομερής περιγραφή πάλης περιλαμβάνεται στον Ομηρο, στους αγώνες προς τιμήν του Πατρόκλου. Η πάλη απαιτεί συνδυασμό τέχνης, ευκινησίας και δύναμης. 

 

Είδη Πάλης

 

Α/ Ορθία πάλη,  ή ορθοπάλη

Σ’ αυτήν αρκούσε ο παλαιστής να ρίξει τον αντίπαλο του κάτω.

Β/ σταδαία πάλη ή κύλισις ή κάτω πάλη

Στην σταδαία πάλη δεν ήτο αρκετό να ρίξεις τον αντίπαλο κάτω, διότι ο αγών συνεχιζόταν έως ότου ο ένας εκ των δύο   παραδεχθεί την ήττα του, να απαγορεύσει , όπως έλεγαν. Εμοιαζε κάπως με το παγκράτιο , μόνον που ο παλαιστής δεν χτυπούσε , αλλά εφάρμοζε κάποια λαβή. Οταν ο αθλητής βρισκόταν  εξουθενωμένος και  «απαγόρευε» σήκωνε το χέρι του με τον δείκτη ή τον δείκτη και τον μέσο τεντωμένο για να τον δεί ο κριτής, οπότε εκρίνετο ο αγών υπέρ του άλλου.

            Με  τον δεύτερο τρόπο πάλης –την ‘αλίνδισιν’-λέγεται ότι ο Ανταίος, ο γιός του Ποσειδώνα , έρριχνε κάτω τους αντιπάλους του και υπερμεγέθης όπως ήτο έπεφτε επάνω τους και τους σκότωνε. Ομως σε πάλη με τον Ηρακλή κατάλαβε ο τελευταίος ότι ο Ανταίος ήτο ανίκητος όσο πατούσε πάνω στη γη , αφού η Γη ήτο μητέρα του, και γι’ αυτό τον άρπαξε από τη μέση και τον  σήκωσε , δηλαδή τον χώρισε απο την μάνα Γη , και τον έρριξε κάτω. Οποιοδήποτε μέλος του παλαιστού ακουμπούσε κάτω στη γη εθεωρείτο ήττα του. Αν και οι δύο ακουμπούσαν κάτω ο αγών συνεχιζόταν , αφού εσηκώνοντο και άρχιζαν από το σημείο πριν απο την πτώση τους.

            Ορθία Πάλη

 

Η ορθία πάλη γινόταν σε σκάμμα με άμμο , ενώ η ‘αλίνδισις’ πάνω σε  βρεγμένο χώμα. Για να νικήσει κανείς στην ορθία πάλη έπρεπε να ρίξει 3 φορές τον αντίπαλο κάτω, οπότε λεγόταν ‘τριακτήρ’  

 

Αρχαίοι Οροι Πάλης

 

Μερικοί αρχαίοι όροι της πάλης είναι  και οι εξής :1/  άμμα = πιάσιμο σε κόμπο, 2/ αγκυρίζειν=η τρικλοποδιά, 3/ ράσσειν =το ρίξιμο του αντιπάλου στη γη, 4/ δράττειν , έλκειν = το σύρειν τον αντίπαλο, 5/ τραχυλίζειν =λαβή απο τον τράχηλο, 6/ διαλαμβάνειν =λαβή απο τη μέση, 7/ περισφίγγειν= το σφίξιμο του αντιπάλου με τα δυό χέρια, 8/ μεσολαβή= ανασήκωμα του αντιπάλου και πτώση του στη γη, 9/ αναβαστάσαι = ανάλογη με την σημερινή flying mare

 

Κανόνες Πάλης

 

Απαγορεύονταν οι λαβές στα γεννητικά όργανα. Απαγορεύονταν το δάγκωμα και η πάλη έξω από το σκάμμα. Όταν οι αντίπαλοι έβγαιναν έξω από το σκάμμα διεκόπτετο ο αγώνας και ξανάρχιζαν μέσα στο σκάμμα από την ίδια λαβή που είχαν μείνει κατά την διακοπή του αγώνα. Ο Λεοντίσκος από την Μεσσήνη της Σικελία έσπαζε τα δάχτυλα των αντιπάλων του (το ακροχειρίζειν)και κέρδιζε έτσι  τη νίκη στα Πύθια και στα Ολύμπια. Όμως οι θεατές εδυσφόρουν από τον ακροχειρισμόν , όπως μας περιγράφει ο Φιλόστρατος την φάση αυτή της πάλης. Οι παλαιστές διεκδικούσαν με πείσμα τη νίκη, σεβόμενοι όμως τους κανόνες του αγωνίσματος. Οι διάφορες πόλεις είχαν αναπτύξει διαφορετικές τεχνικές πάλης, όπως λ. χ η Θεσσαλική πάλη , η Σικελική πάλη, η Λακωνική πάλη κ. ο. κ  Ετσι  το επίγραμμα  για ένα Σπαρτιάτη παλαιστή γράφει «Οι άλλοι με τα τεχνάσματα . Μα εγώ καθώς ταιριάζει  στα παιδιά των Σπαρτιατών νικώ με την δύναμη» Φημισμένοι παλαιστές ήσαν οι Αργείοι  και έχει μείνει η φράση  «Αργείων α  πάλα , ου Λυβίων» Στην Ολυμπία θαυμάσθηκε  ιδιαιτέρως ο παλαιστής Κρατίνος από την Αιγείρα Αχαίας, γι’ αυτό του δόθηκε η άδεια να στήσει στην Αλτιν όχι μόνον το δικό του ανδριάντα αλλά και του παιδοτρίβη (γυμναστού ή προπονητή) του.

 

Περίφημοι Παλαιστές

 

Εκτός από τον Μίλωνα τον Κροτωνιάτη που είχε κερδίσει πέντε φορές πρώτη νίκη στην Ολυμπία, φημισμένος παλαιστής ήτο και ο Τιμασίθεος ο Κροτωνιάτης , που νίκησε τον Μίλωνα όταν αγωνίσθηκε για έκτη φορά. Επίσης ο Ιπποσθένης ο Σπαρτιάτης νίκησε έξη φορές στην Ολυμπία και ο γιός του Ετοιμοκλής πέντε φορές, ο γιός του ο Αμησινάς ο  Βαρκαίος  που  πάλευε  με ταύρο στις προπονήσεις του, ο Ηλείος ο Αριστόδημος που ποτέ κανείς δεν μπόρεσε να του κάνει λαβή στη μέση και ο Ισίδωρος από την Αλεξάνδρεια που ουδέποτε έπεσε.

 

ΠΕΝΤΑΘΛΟ

 

Τούτο ήτο σύνθετο αγώνισμα από τις δύο κατηγορίες αγωνισμάτων , ήτοι  από τα ελαφρά(άλμα, δρόμος, ακόντιον)  και τα βαριά.(δίσκος, πάλη) Οι Ελληνες είχαν αυτοτελή αγωνίσματα το δρόμο και την πάλη , δηλαδή διεξήγοντο και εκτός πεντάθλου, ενώ το άλμα, ο δίσκος και το ακόντιον δεν ήσαν αυτοτελή , αλλά διεξήγοντο μόνον μέσα στα πλαίσια του Πεντάθλου.

            Σύμφωνα με την Μυθολογία(βιωμένη προιστορία)το Πένταθλο εφεύρε ο Ιάσων. Πριν απ’ αυτόν το άλμα ήτο ιδιαίτερο αγώνισμα με δικό του βραβείο , καθώς και ο δίσκος και το ακόντιον. Ο Φιλόστρατος διηγείται ότι κατά την Αργοναυτική εκστρατεία ο Τελαμών ήτο άριστος στο δίσκο, ο Λυγκεύς στο ακόντιο, τα δύο παιδιά του Βορέω, ο Ζήτης και ο Κάλαις , στο δρόμο και στο άλμα., ενώ ο Πηλεύς νικούσε στην πάλη. Όταν ο Ιάσων θέλησε να τιμήσει το φίλο του Πηλέα ενοποίησε τους αγώνες δημιουργώντας το Πένταθλο. Για  να ανακηρυχθεί κάποιος νικητής   του Πεντάθλου έπρεπε να επιτύχει τρεις τουλάχιστον νίκες εκ των οποίων υποχρεωτικώς την πάλη. Γι’ αυτό και εκαλείτο «τριακτήρ» Ο Παυσανίας αναφέρει την περίπτωση του Τισσαμενού του Ηλείου κατά τον αγώνα του με τον Ιερώνυμο από την Ανδρο. Ο Τισσαμενός νίκησε στο δρόμο και στο άλμα, ενώ ο Ιερώνυμος στο ακόντιο, στο δίσκο και στην πάλη και αυτός στέφθηκε νικητής.

 

ΠΥΓΜΗ

 

Κατά την Μυθολογία , ευρετής του αγωνίσματος της πυγμής(Πυγμαχίας) είναι ο Απόλλων, αλλά και ο Ηρακλής , ο Θησεύς κ. α  Τούτο δείχνει ότι το αγώνισμα τούτο είναι παμπάλαιο και ανάγεται  προ  δεκάδων χιλιάδων ετών  . Προστάτης του αγωνίσματος τούτου θεωρείται ο Απόλλων , ο οποίος είχε σκοτώσει τον πυγμάχο Φόρβαντα , που ζούσε στην Φωκίδα και υποχρέωνε τους ταξιδιώτες που πήγαιναν στους Δελφούς να αγωνισθούν μαζί του. Ητο δε τόσο δυνατός και θηριώδης ώστε   τους σκότωνε όλους.  Από τα προαναφερθέντα συνάγεται ότι η πυγμή είναι από τα αρχαιότερα αγωνίσματα και ήτο γνωστή τόσον στην Μινωική  εποχή , όσο και στην Μυκηναική  τοιαύτη, τούτο δε επιβεβαιώνεται από τις τοιχογραφίες της Θήρας με τους νεαρούς πύκτας.. Το μυθικό πρότυπο στον αγώνα πυγμής ήτο ο αγών ανάμεσα στον Πολυδεύκη και στον βασιλιά των Βεβρύκων  Αμυκο , που ζούσε στην Βιθυνία του Ευξείνου Πόντου .Ο  Αμυκος ανάγκαζε τους διερχομένους από την περιοχή του να πυγμαχούν μαζί του και ηδονίζετο να  τους σκοτώνει πάνω στον αγώνα. Τελικά ο Πολυδεύκης με αριστοτεχνικά χτυπήματα και χωρίς να τον σκοτώσει τον υποχρέωσε να παραδεχθεί την ήττα του και την ομολογία ότι του λοιπού δεν θα ενοχλούσε τους περαστικούς ταξιδιώτες. Μεταφορικά τούτο μας λέγει ότι οι Ελληνες εξημέρωσαν το ανθρώπινο γένος και απήλλαξαν την οικουμένη από τους ληστές.

            Οι πυγμάχοι ελλείψει γαντιών εκείνη την εποχή τύλιγαν τα χέρια τους με ιμάντες(μυλίχαι ή στρόφια όπως τα αποκαλούσαν) από μαλακό δέρμα για να κάνουν την άρθρωση του καρπού στερεή και να σταθεροποιούν τα δάκτυλα . Ωστόσο, από τον 4 ον π. Χ αιώνα οι πυγμάχοι φορούσαν ένα είδος γαντιού, το οποίον αποτελείτο  από σκληρό δέρμα και στο εσωτερικό είχε  μαλλί. Κατά τους Ρωμαικούς χρόνους οι πυγμάχοι φορούσαν κανονικά γάντια,  ενισχυμένα με σίδηρο και μολύβι, γι’ αυτό και ήσαν εξαιρετικά    επικίνδυνα. Επομένως βλέπουμε ότι και η πυγμαχία στην αρχαία Ελλάδα ήτο περισσότερο τεχνική και ήπια(μυλίχεια), εν αντιθέσει  με την βίαιη Ρώμη  όπου το αγώνισμα έγινε βραδύ και τα χτυπήματα ήσαν ισχυρά και συχνά φονικά. Νικητής εθεωρείτο όποιος έριχνε τον άλλον κάτω. Οι αντίπαλοι ηγωνίζοντο μέχρις ότου ο ένας εκ των δύο υψώσει το χέρι ή τα δάκτυλα και κοινώς «απαγορεύσει» δηλαδή παραδοθεί. Σπανίως συμφωνούσαν να κτυπήσει ο καθένας ένα χτύπημα στον άλλον χωρίς να έχουν δικαίωμα αντιδράσεως. Τούτο ήτο λίαν επικίνδυνο χτύπημα και συχνά σκότωνε τον αντίπαλο, όπως συνέβη στον Κρεύγα που τον σκότωσε ο Διαμόξενος στα Νέμεα. Οποιος όμως  υπέμενε το χτύπημα τούτο  ανεκηρύσσετο νικητής.

 

            Κανόνες  Πυγμαχίας

           

Υπήρχαν κανόνες του αθλήματος παρότι δεν   τους  γνωρίζουμε  . Τούτους   είχε θεσπίσει ο πύκτης Ονόμαστος από την Σμύρνη , ο οποίος  νίκησε στην 23 η Ολυμπιάδα(688 π. Χ). Από ότι όμως γνωρίζουμε απαγορεύονταν οι λαβές και τα χτυπήματα στα γεννητικά όργανα. Πυγμάχοι που έγιναν αιτία να σκοτωθεί ο αντίπαλος τους είναι ο Κλεομήδης από την Αστυπάλαια , ο οποίος αργότερα  παραφρόνησε και  ο Κρητικός Διόγνητος. Αρα τα θανατηφόρα ατυχήματα στην αρχαία Ελλάδα ήσαν μπορούμε να πούμε  λίγα, όμως οι τραυματισμοί ήσαν συνήθεις. Κατά την προπόνηση φορούσαν ειδικές προστατευτικές καλύπτρες τις λεγόμενες αμφωτίδες , αλλά στον κανονικό αγώνα τις έβγαζαν.

 

Ο ξακουστότεροι  πυγμάχοι

 

Ο ξακουστότερος πυγμάχος της αρχαιότητος ήτο ο Μελαγκόμα από την Καρία που νίκησε πολλές φορές χωρίς να τραυματίσει  τον αντίπαλο του . Επίσης λατρεύτηκε και ο Διαγόρας ο Ρόδιος για την ευθύτητα του , γι’ αυτό ονομάσθηκε ευθυμάχης . Εξ άλλους  και ο πυγμάχος Κλεόξενος ήτο περίφημος διότι ενώ είχε νικήσει και στους 4 ιερούς αγώνες ποτέ δεν είχε τραυματισθεί.. Ο Παυσανίας γράφει για τον Ηλείο Ιππόμαχο που νίκησε στην Ολυμπία τρεις ανταγωνιστές του  και δεν έπαθε ούτε αμυχή. Αλλοι περίφημοι πυγμάχοι ήσαν και οι εξής

1/ Γλαύκος ο Καρύστιος , νίκησε στην Ολυμπία, δύο φορές στα Πύθια, 8 φορές στα Νέμεια και στα Ισθμια.

2/ Μόσχος από τον Κολοφώνα στην κατηγορία παίδων

3/ Δάιππος Κροτωνιάτης

4/ Κλειτόμαχος Θηβαίος δύο φορές νικητής.

5/  Τίσσανδρος Σικελιώτης, 3 φορές νικητής

6/ Θαλίαρχος Ηλείος δύο φορές

7/  Εύθυμος Λοκρός 3 φορές

8/  Θεαγένης ο Θάσιος πολλές φορές

9/ Ευκλής ο Ρόδιος ,

10/ Αλκαίνετος ο Λεπρεάτης

11/  Αγησίδαμος ο Λοκρός κ. α

Όμως αυτοί εκτός από την δόξα που τους συνόδευε εδέχοντο και την χλεύη και τα πειράγματα των άλλων για τις παραμορφώσεις που είχαν αποκτήσει κατά την πάλη.

 

ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΝ

 

Κατά την Μυθολογίαν  ευρετής του παγκρατίου ήτο ο εκπολιτιστής της Αττικής  Θησέας, ο οποίος συνδυάζοντας την πάλη με την πυγμή νίκησε τον Μινώταυρο μέσα στο Λαβύρινθο. Ο Αριστοτέλης λέγει ότι την τέχνη του παγκρατίου τη διεμόρφωσε ο Λεύκαρος απο την Ακαρνανία,    ενώ ο Παυσανίας λέγει ότι ο Ηρακλής κέρδισε νίκες στην πάλη και στο παγκράτιον.

            Το παγκράτιον, ένας συνδυασμός πάλης και πυγμής,  πιθανόν να αποτελεί εξέλιξη του πρωτόγονου τρόπου που χρησιμοποιούσε ο άνθρωπος για να καταβάλει τον αντίπαλο ή τα άγρια ζώα.  Ο Φιλόστρατος θεωρεί το παγκράτιο σαν το πιό ανδροπρεπές άθλημα της Ολυμπίας και σπουδαία άσκηση για την προετοιμασία των πολεμιστών. Ολα επιτρέπονται στο παγκράτιο εκτός το δάκνειν (δαγκώματα) και το ορύττειν (εξόρυξη),δηλαδή να τον δαγκώνει και να του βάζει το δάχτυλο στο μάτι ., στη μύτη ή στο στόμα και να μεταχειρίζεται τα νύχια ή τα δόντια.. Ομως επιτρέποντο όλες οι λαβές της πάλης και όλα τα χτυπήματα της πυγμής με γυμνά χέρια. Εξ αυτών συνάγεται ότι το παγκράτιον ήτο το πιό σκληρό και επικίνδυνο αγώνισμα.

            Το παγκράτιο διεκρίνετο σε κάτω παγκράτιον , οπότε ο αγών συνεχιζόταν και όταν οι αντίπαλοι έπεφταν κάτω, και σε άνω ή ορθονστάνδην  παγκράτιον όταν ο αγών  εγένετο  με όρθιους τους αθλητές. Η λαβή στο λαιμό ελέγετο «κλιμακίζειν», το λάκτισμα στο στομάχι «γαστρίζειν»,  ενώ όταν τον έπιανε απο την πτέρνα και έχανε την ισορροπία του ελέγετο «αποπτερνίζειν» Εξ αυτών συνάγεται ότι το παγκράτιον ήτο το σκληρότερο αγώνισμα στην Ολυμπία και απαιτούσε μεγάλη δύναμη , ισχυροτάτη θέληση και ακατάβλητη αντοχή. Ο Πλούταρχος αναφέρει ένα επεισόδιο με τον Αλκιβιάδη που δάγκωσε τον αντίπαλο του, κι’ αυτός θυμωμένος του λέγει  «Δαγκώνεις μωρέ Αλκιβιάδη σαν τις γυναίκες..» Και ο Αλκιβιάδης ετοιμόλογος του απαντά : «Οχι όπως  λες…αλλά σαν τα λιοντάρια», επειδή είχε εκπαιδευθεί στη Σπάρτη και εκεί επιτρέπετο το δάκνειν .

 Ο Πίνδαρος υμνώντας τον παγκρατιστή Μέλισσο τον Θηβαίο , γράφει ότι:

« το θάρρος του μοιάζει με των άγριων λιονταριών και η εξυπνάδα και πονηριά του  με της αλεπούς…»

Περίφημοι παγκρατιστές ήσαν

1/ Ο Συρακούσιος Λύγραμις, ο οποίος νίκησε στο πρώτο αγώνισμα την 33 η Ολυμπιάδα(648 π. Χ) Ητο σωστός γίγαντας.

2/  Ο Δωριεύς , γιός του Διαγόρα

3/ Ο Σώστρατος ο Συκιώνιος, ο ακρωχεριστής όπως απεκαλείτο. Είχε νικήσει συνολικά 17 φορές, ήτοι 3 στην Ολυμπία, 12 στα Νέμεα και στα Ισθμια και 2 στα Πύθια.

4/ Κλειτόμαχος ο Θηβαίος και ο Θεαγένης είναι οι μόνοι που κέρδισαν στην Ολυμπία πυγμή και παγκράτιον.

Αλλά πιο δύσκολο ήτο να επιτύχει νίκη στην πάλη και στο παγκράτιον, κάτι που είχε επιτύχει ο ημίθεος Ηρακλής. Αυτοί ήσαν οι εξής Κάπρος Ηλείος, Αριστομένης Ρόδιος, Πρωτοφάνης Μάγνης, Στράτων Αλεξανδρεύς, Μαρίων ο Αλεξανδρεύς, Αριστέας Μαιάνδριος και ο Νικόστρατος από την Κιλικία.

Τέλος ξακουστός και αθάνατος θα μείνει στην ιστορία των αγώνων ο Αρριχίων από τη Φιγαλεία . Αυτός όταν ο αντίπαλος του κινδύνευε να τον πνίξει με θανατηφόρα λαβή , του άρπαξε το πόδι και με τις τελευταίες του δυνάμεις το συνέστριψε και το εξάρθρωσε, εις τρόπον ώστε να «απαγορεύσει», ενώ την ίδια  στιγμή  ξεψύχισε και  ο Αρριχύων

 

ΙΠΠΙΚΑ  ΑΓΩΝΙΣΜΑΤΑ

 

Προστάτης των ιππικών αγώνων ήτο ο Ποσειδών, ο οποίος ονομάζετο και Ιππιος. Παιδί του Ποσειδώνα ήτο ο περίφημος  Ιππος των Αρείων, με το οποίον νίκησε ο Ηρακλής τον γιό του Αρη Κύκνο σε ιπποδρομία που έγινε στην Τροιζήνα. Ο πρώτος αγών αρματοδρομίας είναι εκείνος που έγινε μεταξύ του Πέλοπα και του βασιλιά της Πίσσας Οινομάου. Ο Ομηρος αναφέρει την αρματοδρομία που οργάνωσε ο Αχιλλεύς προς τιμήν του Πατρόκλου  με αναβάτες τον Αντίλοχο, τον Εύμηλο, τον Μενέλαο ,  τον Μηριόνη και τον Διομήδη.  Τέλος,  ο Ηρακλής νίκησε στην Ολυμπία με ηνίοχο τον Ιόλαο , όταν για πρώτη φορά καθιέρωσε τους αγώνες. Εξ άλλου όταν εβασίλευε ο Ιξίων στην Λάρισσα της Θεσσαλίας , εξαγριώθηκε μια αγέλη ταύρων και έφυγε προς το όρος Πήλιον . Εκείθεν δε κατερχόμενοι οι ταύροι προξενούσαν καταστροφές στις καλλιέργειες. Ορισμένοι νέοι από το χωριό Νεφέλη καταδίωκαν τους ταύρους και τους εφόνευαν , λαμβάνοντες χρήματα.. Αλλες φορές καταδιώκοντο από αυτούς και έτρεχαν για να σωθούν. Αυτοί οι νέοι λέγεται ότι επενόησαν πρώτοι την Ιππική Τέχνη. Αλλά και ο Νηλεύς, τρίτος υιός του Κρηθέως και πατέρας του Νέστορος ήλθε στη Μεσσηνία  μαζί με Πελασγούς και εγκαταστάθηκε στην Πύλον. Αυτός αγαπούσε πολύ τα άλογα και έτρεφε ίππους . Ο Νηλεύς είναι ο άνθρωπος που ανακαίνισε του Ολυμπιακούς αγώνες με τον αδελφό του Πελίαν (Απολλόδ. Α’ θ’.9. Β’. ζ’. 3 Παυσαν. Φωκικ. Κθ’.2. Λα’. 2 και Βιωτικ.Κστ’.4 και Μεσσηνιακ.Λστ’.Ι. 3 και Κοριν. Β. 2. Διόδ. Δ’ ξη’. Ομήρ. Ιλ. Λ 682 )   Και μόνον το γεγονός αυτό φανερώνει ότι και οι ιππικοί αγώνες σαν άθλημα των Ολυμπιακών αγώνων ανάγονται   στα βάθη της προιστορίας και χάνονται στην αχλύ της , καθώς  και  η εξημέρωση των άγριων τότε ζώων από τον άνθρωπο.

. Κατά την Σοβιετική Ακαδημία Επιστημών οι Ολυμπιακοί αγώνες ανάγονται  σε βάθος  300.000 ετών   Τούτο μαρτυρούν οι γηγενείς Ολύμπιοι θεοί  άπαντες ευρετές των αθλημάτων  και Ολυμπιονίκες  αθλητές στους αγώνες της Ολυμπίας. Δεδομένου ότι οι Ολύμπιοι θεοί  δεν άλλαξαν   παρά  μόνον προ 1700 ετών και μάλιστα δια της βίας,  τούτο οδηγεί αβιάστως στο συμπέρασμα ότι οι Ολυμπιακοί αγώνες ανάγονται σε πολύ παλιά αρχαική εποχή.

 

Ο Ιππόδρομος

 

Ο ιππόδρομος ήτο ένας επίπεδος χώρος , ένα λιβάδι με δύο στύλους(νύσσαι όπως απεκαλούντο). Ο ένας στην  αφετηρία  και   στο τέρμα  και ο άλλος στο σημείο όπου τα άλογα ή τα άρματα έκαναν τη στροφή της επιστροφής.  Κατά τον Παυσανία ο Ιππόδρομος της Ολυμπίας –αλλά και των άλλων πόλεων- ήτο χωρισμένος κατά  τον άξονα του με λίθινο χώρισμα ή ξύλινο φράκτη, που λεγόταν έμβολο. Γύρω από το έμβολο έτρεχαν οι ιππείς ή αρματοδρόμοι  διανύοντας   4 στάδια. Το εντυπωσιακότερο τμήμα του Ιπποδρόμου ήτο η ιππάφεσις , δηλαδή η αφετηρία των ιπποδρομιών. Τα άρματα και οι ίπποι δεν έμπαιναν σε μια γραμμή αλλά σχημάτιζαν τρίγωνο. Τούτο ήτο εντυπωσιακό διότι έμοιαζε με την πλώρη πλοίου με το έμβολο( άξων του ιπποδρόμου)  γυρισμένο προς το μέρος που έτρεχαν τα άλογα  Ναυτικός λαός οι Ελληνες και θεός της Θάλασσας ο Ποσειδών , αλλά και  προστάτης των ιππικών  αθλημάτων, δεν ήτο δυνατόν να μην βάλλουν θαλασσινά σύμβολα(δελφίνι) και ονομασίες που να θυμίζει πλοίο.

Στην άκρη του εμβόλου, πάνω σε ψηλή ράβδο  είχαν τοποθετήσει ένα  χάλκινο δελφίνι. Στις δύο πλευρές του τριγώνου είχαν κατασκευάσει ειδικά κτίσματα ανοικτής οροφής, όπου έμπαιναν τα άρματα ή οι ίπποι των αγώνων προ   της αφέσεως  τους. Μπροστά  στα άλογα  είχαν τεντωμένα σχοινιά (  ‘ύσπληξ’ όπως ονομάζετο)  τα οποία  έπεφταν με κάποιο αυτόματο μηχανισμό χειριζόμενο υπο του αφέτου. Στο σημείο της ιππαφέσεως υπήρχε και βωμός άνωθεν του οποίου υπήρχε ‘χάλκινος αετός’  με τεντωμένα φτερά . Ευθύς ως σήμαινε το σάλπισμα της εκκινήσεως της ιπποδρομίας ,  έπεφταν  τα τεντωμένα  σχοινιά της ιππαφέσεως, ανυψώνετο ο αετός  και την ίδια στιγμή κατέβαινε το δελφίνι στο έδαφος . Όταν έφθαναν τα άλογα στη νύσσα (τον στύλο στροφής) έστρεφαν , προσπαθώντας να πάρουν την εσωτερική γραμμή  στο δρόμο της επιστροφής των. Τον τρόπο αυτό της αφέσεως τον επινόησε ο Κλεοίτας,  ο γιός του Αριστοκλή. Αρα οι αρχαίοι Ελληνες είχαν επινοήσει και αυτόματα μηχανικά συστήματα

.

Τα Ιππικά Αγωνίσματα

 

Τα ιππικά αγωνίσματα έλκουν την καταγωγή τους από τους πανάρχαιους Αχαιούς και θεωρούνται πολεμικά και  αριστοκρατικά αθλήματα ως σήμερον. Η  συνέχιση τους  δε δείχνει την πολιτιστική συνέχεια του Ελληνικού Εθνους από την προιστορία ως τους Κλασσικούς  και Αλεξανδρινούς χρόνους. Οι αρματοδρομικοί αγώνες περιελάμβανον τα εξής :

1/ το τέθριππον(άρμα που το έσερναν 4 ίπποι) ,

 2/ η απήνη(άρμα που το έσερναν δύο ημίονοι(μουλάρια),

3/ η συνωρίδα αλόγων (άρμα που το έσερναν δύο άλογα)

4/ το τέθριππο πόλων(άρμα που το έσερναν  4 πουλάρια)

5/ η συνωρίδα πόλων(άρμα που το έσερναν  2 πουλάρια)

Η απήνη μπήκε το στην 70 ή Ολυμπιάδα (500 π. Χ) και κατηργήθη νωρίς στην 84 η Ολυμπιάδα(444 π. Χ) διότι τα μουλάρια ήσαν δύστροπα ζώα και δεν παρουσίαζαν ενδιαφέρον στους θεατές.

Τα άρματα ήσαν ξύλινα , ανοιχτά στο πίσω μέρος με  ένα άξονα και δύο ξύλινες ρόδες, και επέβαιναν  επ’ αυτού μέχρι δύο όρθια άτομα. Στα άλογα χάραζαν με καυτό σίδηρο γράμματα όπως το «κόππα» ή το «σίγμα» ή τους έδιναν διάφορα ονόματα, όπως λ. χ Βουκεφάλας το άλογο του Αλεξάνδρου που όφειλε το όνομα του στο σχήμα του κεφαλιού του. Τα πολεμικά άρματα είχαν δύο αναβάτες, ο ένας ο ηνίοχος και ό άλλος ο πολεμιστής ή παραιβάτης ή καταιβάτης, ο οποίος κατέβαινε και πολεμούσε και ξανανέβαινε στο άρμα. Όμως τους αγώνες υπήρχε ένας μόνον αναβάτης. Στους Ομηρικούς χρόνους αναβάτης ήτο ο ίδιος ο ιδιοκτήτης του ίππου, αργότερον όμως  στους αγώνες αναβάτης ήτο ειδικά εκπαιδευμένος ιππέας που εργαζόταν για λογαριασμό του ιδιοκτήτη. Να σημειωθεί ότι η νίκη και η δόξα ανήκε στον ιδιοκτήτη που στεφόταν Ολυμπιονίκης όταν επρώτευε το άλογο του, ενώ το μοναδικό βραβείο για τον αναβάτη ήτο μια μάλλινη ταινία που του έδενε στο μέτωπο ο ιπποτρόφος. Με τον ίδιο τρόπο στεφανώνοντο  και τα άλογα που νικούσαν.

Στο τέθριππο νίκησε και μια γυναίκα , η Κυνίσκα, κόρη του βασιλιά της Σπάρτης Αρχιδάμου και αδελφή του Αγησιλάου του Β! Κατά τον Παυσανία η Κυνίσκα ήτο η πρώτη γυναίκα που φιλοδόξησε να γίνει Ολυμπιονίκης και γι’ αυτό έτρεφε άλογα ιπποδρομιών. Στην 128 η Ολυμπιάδα (268 π. Χ ) Ολυμπιονίκης βγήκε  η Βελεστίχη από την Μακεδονία, απόδειξη ότι αρχαιόθεν η Μακεδονία ήτο Ελληνική διότι διαφορετικά δεν θα επέτρεπαν στην Βελεστίχη και σε άλλους εκ Μακεδονίας αθλητές - και αργότερα και στον Αλέξανδρο- να λάβουν μέρος στους Ολυμπιακούς αγώνες. Μετέπειτα νίκησαν και  πολλές άλλες γυναίκες ιδίως από την Σπάρτη σε ιπποδρομίες. (Στους Ομηρικούς χρόνους ηνίοχος ήτο ο ίδιος ο ιδιοκτήτης. Αργότερα, κατά τους κλασσικούς χρόνους, ηνίοχος ήτο κάποιος εκπαιδευμένος στην ιππική τέχνη και στην αρματοδρομίαν , ο οποίος ανελάμβανε να ιππεύσει δια λογαριασμό του ιπποτρόφου. Η νίκη και η δόξα  ανήκε στον ιδιοκτήτην , ο οποίος εστέφετο νικητής, το μόνον δε βραβείον δια τον ηνίοχον ή τον αναβάτην ήτο μια μάλλινη ταινία την οποίαν ο ιπποτρόφος του έδενε στο μέτωπο. Με τον αυτόν τρόπον εστέφοντο και τα άλογα που νικούσαν. Γι’ αυτό ανεδείχθησαν νικητές στην Ολυμπία  κατά καιρούς άνδρες , γυναίκες και πόλεις )

Επειδή όλοι οι αναβάτες οδηγούσαν τα άρματα ή τους ίππους τους στις εσωτερικές γραμμές στο σημείο στροφής στην νύσσα γινόταν συνωστισμός και λόγω των αποτόμων και κλειστών στροφών συνέβαιναν αναστατώσεις, ατυχήματα και ανατροπές. Εκεί λοιπόν κρινόταν και η τέχνη του ηνιόχου να μπορεί να ελέγξει με τα ηνία το άρμα του στη στροφή. Αν τύχαινε δε να συγκρουσθούν δύο άρματα έπεφταν επάνω τους τα επόμενα και τότε συνέβαινε αυτό που  περιγράφει  ο Σοφοκλής στην «Ηλέκτρα» «και τότε ο ένας επάνω στον άλλον έπεφτε κι’ ο ένας επάνω στον άλλον τσακίζονταν  και γέμιζε ναυάγια αλόγων και αρμάτων της  Κροίσας  ο Ιππόδρομος»

           

            Ξακουστοί Ηνίοχοι

 

Ο Αντίκερις ο Κυρηναίος , ξακουστός ηνίοχος, επέδειξε μια φορά στον Πλάτωνα την ικανότητα του και με το άρμα του έκανε πολλές φορές το γύρο της Ακαδημίας, επάνω στο ίδιο ίχνος που είχαν αφήσει οι  τροχοί κατά  τον πρώτο γύρο.

Αλλοι ξακουστοί ηνίοχοι ήσαν ο Κάρρωτος, ο ηνίοχος του Ακεσιλάου, του βασιλιά της Κυρήνης. Ο Κάρρωτος ήτο εκείνος που στο ατύχημα της συντριβής των 40 αρμάτων κατά την αρματοδρομία , εκείνος έφερε το άρμα τους σώο στο τέρμα και κέρδισε τη νίκη. Επίσης αναφέρονται ως ξακουστοί ηνίοχοι ο Φίντις του Συρακουσίου Αγησία, ο Αθηναίος Νικόμαχος του Ακραγαντίνου  Ξενοκράτους, ο Χρώμιος του τυράννου των Συρακουσών Ιέρωνος κ. α

 

Ο πρώτος Κώδιξ Κυκλοφορίας Αρμάτων

 

Οι Ελληνες ήσαν οι πρώτοι που έφτιασαν κώδικα κυκλοφορίας   αρμάτων στον ιππόδρομο και το πρώτο μέλημα του ηνιόχου ήτο να μην προκαλεί ατυχήματα με αντικανονικές προσπεράσεις. Άλλος κανών ήτο όπως  ουδείς Ελλανοδίκης να μην μετέχει με δικά του άρματα ή άλογα στους αγώνες. [Ας  τα βλέπουν  οι σύγχρονοι που είναι ταυτοχρόνως κριτές και κρινόμενοι, ελεγκτές και προμηθευτές του δημοσίου και κρατούν και το «μαχαίρι και το πεπόνι» για λογαριασμό τους.]

Στην Ολυμπία η εξωτερική περίμετρος του ιπποδρόμου ήτο 8 στάδια, δηλαδή 1538 μ. και το πλάτος ένα στάδιο και 4 πλέθρα, ήτοι 320 μ.  Τα τέθριππα έκαναν 12 φορές το γύρο του ιπποδρόμου και εκαλείτο κατά τον Πίνδαρο  «δωδεκάδρομος» Η συνωρίδα αλόγων και το τέθριππο πώλων έκαναν 8 φορές τον γύρο του ιπποδρόμου, ενώ η συνωρίδα πώλων 3 φορές. Ετσι υπολογίζεται ότι το τέθριππο έτρεχε 14.000 μ. περίπου , το πωλικό άρμα και η συνωρίδα 8.000 μ. και η συνωρίδα πώλων 3.500 μ.

 

Ιππικά Αγωνίσματα

 

Τα ιππικά αγωνίσματα που ετελούντο στην Ολυμπία ήσαν:

1/ Ιπποδρομία τέλειων κελήτων(από το 668 π. Χ).

 Εκανε 6 φορές το γύρο του ιπποδρόμου.

2/Κάλπη, ήτοι Ιπποδρομία φοράδων

Εκείνο που ξέρουμε για την κάλπη ήτο ότι κατά την τελευταία στροφή ο αναβάτης αφίππευε και έτρεχε μαζί με το άλογο του ως το τέρμα. ( από το 496 π. Χ στην 71 η Ολυμπιάδα και κατηργήθη το 444 π. Χ στην 84 η Ολυμπιάδα).

3/ Ιπποδρομία πώλων(από το 256 π. Χ).

Δεν γνωρίζουμε αν ο αναβάτης καθόταν στη γυμνή ράχη του αλόγου ή σε εφίππιον (σέλα)  Πάντως από αγγειογραφίες γνωρίζουμε ότι ο αναβάτης ίππευε γυμνός δίχως εφίππιο σέλα και αναβολείς.

           

            Οι Ελληνες «αλογομούρηδες»

 

Οι Ελληνες αγαπούσαν τα άλογα και τιμούσαν ιδιαίτερα αυτά που νικούσαν στους ιππικούς αγώνες. Ησαν όπως θα λέγαμε σήμερον «αλογομούρηδες» Στην Αθήνα υπήρχε   νεκροταφείο αλόγων . Στις πρόσφατες δε ανασκαφές για  το Μετρό των Αθηνών βρέθηκε τάφος όπου ήσαν θαμμένα τα άλογα του Κίμωνα του Στησοχόρου, γιατί είχαν νικήσει τρεις φορές κατά σειράν στην Ολυμπία. Τούτο δείχνει και την αγάπη των Ελλήνων προς τα ζώα  και γενικότερα προς τα δημιουργήματα της φύσεως.[ Οποία αντίθεση με την σημερινή εποχή όπου χτυπούν με τα αυτοκίνητα τα ανύποπτα ζώα και δεν σταματούν ούτε καν να τα βοηθήσουν να πεθάνουν ήρεμα στο πεζοδρόμιο. Αλλά αντιθέτως ακολουθούν τα επόμενοι οδηγοί και τα αποτελειώνουν, έως ότου τα λειάνουν πάνω στην άσφαλτο.]

 

Η φοράδα ‘Αύρα’ του Φοιδώλα

 

Ξακουστή έμεινε στα χρονικά  και η φοράδα ‘Αύρα’ του Κορινθίου Φειδώλα, η οποία στον αγώνα στην Ολυμπία, αφού έρριξε τον αναβάτη της έτρεξε ως το τέρμα και όταν σήμανε η σάλπιγκα της τελευταίας στροφής επετάχυνε και δίχως αναβάτη τερμάτισε πρώτη. Τα ιππικά  αθλήματα εθεωρούντο αριστοκρατικά αγωνίσματα και σ’ αυτά διεγωνίζοντο κραταιές οικογένειες , όπως οι τύραννοι Γέλων και Ιέρων των Συρακουσών, ο Αρκεσίλαος από την Κυρήνη,  ο Κλεισθένης από την Συκιώνα, ο Περίανδρος από την Κόρινθο,  ο Αρατος ο αρχηγός της Αχαικής Συμπολιτείας,  ο Πτολεμαίος ο Λάγου,  ο Δημάρατος ο βασιλιάς της Σπάρτης κ. α , που έτρεφαν εκλεκτές ράτσες αλόγων και διέθεταν και ικανούς αναβάτες, οι οποίοι είχαν νικήσει με τα άλογα τους στα ιππικά αθλήματα στην Ολυμπία

 

 

 

 

            Ιππικά  Αγωνίσματα

 

Το κύριο γνώρισμα αυτών των αγωνισμάτων ήτο να κατεβεί ( αποβεί) ο αναβάτης από το άλογο  ή από το άρμα  την ώρα του καλπασμού(αποβάτης), να τρέξει παράλληλα προς το άλογο ή το άρμα , χωρίς να ανακόψει ταχύτητα  και να ανεβεί και πάλι πριν τερματισθεί ο δρόμος.(αναβάτης) Ένα τέτοιο αγώνισμα ήτο και η κάλπη, την οποία περιγράψαμε σε άλλο σημείο.  Οι ιππικοί αγώνες γνώρισαν μεγάλη δημοσιότητα σε μέρη όπου έτρεφαν άλογα όπως λ. χ  στην Θεασσαλία,  Μακεδονία,  Κυρήνη,   Κάτω Ιταλία και Σικελία. Ισως μάλιστα οι αναβάτες να έπρεπε να εκτελέσουν πολλές φορές την ανάβαση και κατάβαση για να ευχαριστηθεί το κοινόν.. Η κρίσιμη φάση του αγωνίσματος είναι όταν ο καταβάτης πηδάει στο έδαφος. Ο ιππέας περνά το ένα του πόδι πάνω από την κεφαλή του αλόγου και βρίσκεται και με τα δύο πόδια προς την μια πλευρά, με το ένα του χέρι κρατά γερά τα ηνία ενώ με το άλλο στηρίζεται στα νώτα του αλόγου για να μην ανατραπεί από την αδράνεια κατά το πήδημα προς τα εμπρός. Υπήρχαν διάφορες παραλλαγές του αγωνίσματος , ήτοι με ασπίδα ή άνευ, γυμνοί ή με χλαμύδα, με εξάρτηση ή μη.  Οι ρίζες αυτών των ιππιλατικών αγωνισμάτων βρίσκονται στις πολεμικές συνήθειες της  γεωμετρικής εποχής, όταν  οι ευγενείς που έφταναν πάνοπλοι πάνω στο άρμα τους , υποχρεώνοντο να αποβιβασθούν για να πολεμήσουν πεζή και μετά την μάχη ή όταν υπήρχε κίνδυνος να επιβιβασθούν και πάλι και να μετακινηθούν σε άλλο σημείο.  Στο άρμα επέβαιναν δύο πρόσωπα, ο ηνίοχος και ο αποβάτης . Η αποβίβαση ήτο δύσκολη φάση διότι έπρεπε να νικήσει την αδράνεια του  σώματος του πριν πατήσει στο έδαφος  . Κι’ αυτό το επετύγχανε με το να έχει τεντωμένο το δεξί του πόδι και  λυγισμένο το αριστερό, το δε σώμα του έπαιρνε μια κλίση προς τα πίσω πριν κάνει το άλμα της κατάβασης.. Η επιβίβαση ήτο εύκολη . Οι Ελληνες –και ιδιαίτερα οι Αθηναίοι-είχαν περί πολλού το αγώνισμα τούτο και αυτό φαίνεται από απόσπασμα  του «Ερωτικού»  του Δημοσθένους όπου ο αποβάτης επαινείται «ως το σεμνότατον και κάλλιστον των αγωνισμάτων» Το αγώνισμα τούτο διεξήγετο και στα Παναθήναια.  Κατά τις παραδόσεις το αγώνισμα τούτο καθιέρωσε ο ίδιος ο Εριχθόνιος, οδηγώντας άρμα με οπλισμένο παραιβάτη.  Σκηνές του αγωνίσματος υπάρχουν και στη ζωοφόρο του Παρθενώνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου